Οι εξέχουσες αντιοξειδωτικές ιδιότητες του Q10 συνοψίζονται τόσο στην αυτούσια δράση του ως δεσμευτής των ελευθέρων ριζών, αλλά και στη συνεισφορά του ως διεγέρτης της επαναφοράς της βιταμίνης Ε στην ενεργή της μορφή, έπειτα από την αντίδρασή της με κάποια ελεύθερη ρίζα.
Το συνένζυμο Q10 το παράγει ο οργανισμός μας αλλά το παίρνουμε και μέσω κάποιων τροφών (όπως το σκουμπρί). Η ενδογενής σύνθεση του Q10 εξαρτάται από την επάρκεια των αμινοξέων τυροσίνη και φαινυλαλανίνη, αλλά και από την συμμετοχή 7 ακόμα βιταμινών και αρκετών ιχνοστοιχείων. Κάθε λοιπόν έλλειψη σε έναν από τους προδρόμους της σύνθεσης του Q10, μπορεί να οδηγήσει σε ανεπαρκή παραγωγή, αυτού του πολύτιμου συνενζύμου. Τέτοια φαινόμενα παρατηρούνται σε διατροφή χορτοφαγικού τύπου και στην τρίτη ηλικία, ενώ παρατεταμένη φαρμακευτική αγωγή με στατίνες (φάρμακα που χορηγούνται σε υπερλιπιδαιμίες) και συγκεκριμένα αντιδιαβητικά φάρμακα, οδηγεί σε μείωση των επιπέδων Q10 του οργανισμού.
Λαμβάνοντας λοιπόν υπόψιν αυτά τα στοιχεία και ταυτόχρονα γνωρίζοντας πως η σύγχρονη διατροφή Δυτικού Τύπου παρέχει στον οργανισμό μας την ανεπαρκή ποσότητα των 5 mg Q10 ημερησίως, η συμπληρωματική χορήγηση του Q10 έχει βρεθεί τα τελευταία χρόνια στο στόχαστρο των ερευνητών, με ομολογουμένως ελπιδοφόρα αποτελέσματα έως σήμερα.
http://www.planitikos.com