Η πρέφα παίζεται με 3 παίχτες (για τους γνώστες προτιμώ να αγνοήσω αυτή τη στιγμή την περίπτωση του ‘τεμπέλη’). Τα φύλλα είναι 32, δηλαδή από 7 και πάνω, και μοιράζονται όλα σε κάθε γύρα. Τα φύλλα μοιράζονται παραδοσιακά δύο δύο σε κάθε παίχτη με αποτέλεσμα οι παίχτες να έχουν στο τέλος της μοιρασιάς από 10 φύλλα στα χέρια και να περισσεύουν άλλα δύο. Τα δύο φύλλα που περισσεύουν θα τα πάρει ο παίχτης που θα πάρει την αγορά και εφόσον θα έχει 12 φύλλα στα χέρια του θα πρέπει να αφήσει 2 φυλλά που θεωρεί πως δεν του είναι χρήσιμα εκτός παιχνιδιού. Τα 2 αυτά φύλλα θα ξέρει μόνον ο ίδιος ποια είναι, κοινώς μένουν κρυφά για τους υπόλοιπους παίχτες.
Η λογική στην πρέφα σε αντίθεση με άλλα χαρτοπαίγνια που παίζονται με 32 φύλλα, όπως το μπουρλότ ή η βίδα, βασίζεται στις μπάζες. Ενώ λοιπόν σε άλλα παιχνίδια έχουν ιδιαίτερη σημασία οι πόντοι που μαζεύει ο κάθε παίχτης, στην πρέφα σημασία έχει ο αριθμός των μπαζών που θα έχει κερδίσει ο παίχτης στο τέλος του παιχνιδιού.
Η σειρά δυναμικότητας των φυλλών στην πρέφα είναι απλή, δηλαδή η σειρά στα φύλλα έχει ως εξής: 7, 8, 9, 10, J, Q, K, A, όπου ο Ασσος (Α) είναι το πιο ισχυρό φύλλο.
Για τους αρχάριους: όταν ο πρώτος παίχτης πετάξει πχ το 7 μπαστούνι, οι υπόλοιποι 2 παίχτες πρέπει να απαντήσουν κι αυτοί στο μπαστούνι, πράγμα που σημαίνει πως εαν έχουν στα φύλλα τους κάποιο μπαστούνι θα πρέπει να διαλέξουν ένα και να το πετάξουν. Έστω λοιπόν ότι ο πρώτος παίχτης πετάει το 7 μπαστούνι, ο δεύτερος το 10 μπαστούνι και ο τρίτος τη ντάμα (Q) μπαστούνι. Η Q είναι το ισχυρότερο φύλλο σε σχέση με τα άλλα δύο, οπότε ο τρίτος παίχτης παίρνει τα 3 αυτά φύλλα και λέμε ότι πήρε τη μπάζα.
Στη πρέφα όπως και στα περισσότερα αν όχι σε όλα τα παιχνίδια που παίζονται με μπάζες (πχ στο μπουρλοτ και στη βίδα όπου μετράνε οι πόντοι αλλά υπάρχει η λογική της μπάζας στο παίξιμο, ή στο bridge όπου και πάλι έχουν σημασία οι μπάζες) τα φύλλα χωρίζονται μετά την αγορά σε 2 κατηγορίες. Στα ατού και στα απλά φύλλα. Ποιανού χρώματος τα φύλλα θα είναι ατού σε κάθε παιχνίδι εξαρτάται από το ‘μίλημα’, από τη διαδικασία δηλαδή που ακολουθείται ώστε να πάρει ένας παίχτης την αγορά. Να δούμε όμως πως πραγματοποιείται το ‘μίλημα’.
Οι 3 παίχτες έχουν από 10 φύλλα που έχουν μοιραστεί. Για να ανοίξει κάποιος αγορά θα πρέπει να πιστεύει πως με τα φύλλα που έχει στα χέρια του σε συνδυασμό με τα 2 φύλλα που αποτελούν την αγορά, θα του δώσουν τη δυνατότητα να πάρει τουλάχιστον 6 μπάζες. 1ος μιλάει ο παίχτης που βρίσκεται δεξιά από τον παίχτη που μοιράζει κάθε φορά. Αν λοιπόν ο 1ος παίχτης πιστεύει πως δε μπορεί να βγάλει 6 μπάζες τότε λέει πάσο και μιλάει ο επόμενος.
Εστω ότι ο πρώτος παίχτης πιστεύει πως μπορεί να βγάλει έξι μπάζες στις κούπες, ο δεύτερος πιστεύει πως μπορεί να βγάλει 6 μπάζες στα καρρά και ο τρίτος πιστεύει πως μπορεί να βγάλει 6 μπάζες στα μπαστούνια. Εδώ πρέπει να σας πω πως υπάρχει δυναμικότητα και στα χρώματα των φύλλων, η οποία δυναμικότητα έχει ως εξής: Μπαστούνια, Σπαθιά, Καρρά, Κούπες, Αχρωμα, όπου τα άχρωμα (θα δούμε σε λίγο περι τίνος πρόκειται) είναι η ισχυρότερη επιλογή. Για να γίνει το μίλημα πρέπει να τηρηθούν ορισμένοι κανόνες. Δε μπορεί ο κάθε παίχτης να λέει κατευθείαν το χρώμα που επιθυμεί, αλλά πρέπει να ακολουθείται η σειρά των χρωμάτων, πράγμα που σημαίνει οως ο 1ος παίχτης ενώ είναι καλός στις κούπες θα πρέπει να ξεκινήσει το μίλημα από τα μπαστούνια. Ο 1ος παίχτης λοιπόν θα δηλώσει μπαστούνια (εννοείται 6, ούτως η άλλως το μίλημα πρέπει να ξεκινήσει από τα 6 μπαστούνια, δηλαδή 6 μπάζες στα μπαστούνια). Ο δεύτερος παίχτηςμε τη σειρά του δε θα πει καρρά, αλλά θα πρέπει να ακολουθήσει την ιεραρχία των χρωμάτων και να δηλώσει σπαθιά (και πάλι εννοείται 6). Ο 3ος παίχτης που είναι καλός στα μπαστούνια θα αναγκαστεί να πάει πάσο διότι η δήλωση των 6 μπαστουνιών έχει περάσει. Θα μιλήσει μόνο αν πιστεύει πως έχει δυνατότητα να πάρει 7 μπάζες στα μπαστούνια. Εστω λοιπόν ότι ο 3ος παίχτης δεν έχει τόσο καλό φύλλο και πηγαίνει πάσο. Η αγορά βρίσκεται στα 6 σπαθιά αυτή τη στιγμή και δικαίωμα να συνεχίσουν να μιλάνε έχουν μόνο οι δύο πρώτοι παίχτες. Από τη στιγμή που έχουν μείνει 2 παίχτες στο μίλημα ο παίχτης που έχει σειρά να μιλήσει, δηλαδή ο 1ος στο παράδειγμά μας, λέει ναί στα σπαθιά, πράγμα που σημαίνει πως θέλει να πάρει αγορά στα 6 σπαθιά (τουλάχιστον) ή σε κάποιο πιο ισχυρό χρώμα. Ο 2ος λέει το επόμενο χρώμα, δηλαδή 6 καρρά, το οποίο τυχαίνει να είναι και το χρώμα του. Ο 1ος παίχτης θα απαντήσει ‘ναι στα καρρά’ μιας που η δυναμή του είναι στις κούπες. Ο 2ος παίχτης αν πιστεύει πως δε μπορεί να πάρει 7 μπάζες θα πάει πάσο και θα πάρει την αγορά ο πρώτος παίχτης.
Ο 1ος παίχτης λοιπόν παίρνει τα δύο φύλλα που βρίσκονται κρυφά στο τραπέζι, βλέπει τα 12 φύλλα που έχει στα χέρια του και αποφασίζει καταρχάς ποια 2 φύλλα δεν του χρειάζονται και στη συνέχεια πόσες μπάζες θα πρέπει να δηλώσει. Το μίλημα σταμάτησε στα 6 καρρά, πράγμα που σημαίνει πως ο παίχτης μπορεί να δηλώσει πως θα κάνει 6 μπάζες στις κούπες. Αν πήρε καλά φύλλα από κάτω και πιστεύει πως μπορεί να βγάλει 7 μπάζες, τότε μπορεί να δηλώσει 7 μπάζες στις κούπες. Αυτό που δε μπορεί να δηλώσει είναι 6 μπάζες στα μπαστούνια ή 6 μπάζες στα σπαθιά, μιας που οι συγκεκριμένες δηλώσεις έχουν προσπεραστεί στη διάρκεια του μιλήματος.
Εστω λοιπόν ότι στο παιχνίδι ο παίχτης που πήρε την αγορά δήλωσε πως θα κάνει 6 μπάζες διαλέγοντας ως ατού τις κούπες. Οταν κάποιος παίχτης πετάξει ένα χρώμα στο τραπέζι, οι υπόλοιποι δύο παίχτες πρέπει να πετάξουν ένα φύλλο στο αντίστοιχο χρώμα. Τη μπάζα θα πάρει ο παίχτης με το μεγαλύτερο φύλλο. Αν όμως ένας από τους 2 παίχτες που πρέπει να απαντήσουν δεν έχουν φύλλο σε αυτό το χρώμα τότε θα πρέπει να πετάξουν ένα οποιοδήποτε ατού. Ο παίχτης που δεν είχε φύλλλο στο συγκεκριμένο χρώμα και πέταξε ατού –λέμε πως κάνει τσάκα / τσακίζει- και παίρνει και τη μπάζα. Αν δεν έχει κανείς από τους δύο παίχτες που πρέπει να απαντήσουν φύλλο του συγκεκριμένου χρώματος, τότε θα πρέπει και οι δύο να τσακίσουν και θα πάρει τη μπάζα αυτός που θα βάλει το μεγαλύτερο ατού. Οταν ένας παίχτης δεν έχει φύλλο του συγκεκριμένου χρώματος για να απαντήσει αλλά δεν έχει ούτε ατού, τότε πετάει ένα φύλλο οποιουδήποτε άλλου χρώματος και δε διεκδικεί τη συγκεκριμένη μπάζα.
Επίσης και πάλι στη διαδικασία του μιλήματος: όταν ένας παίχτης έχει μεγάλα φύλλα σε όλα τα χρώματα και τα φύλλα του είναι σε γενικές γραμμές μοιρασμένα, πχ Α,Κ στα μπαστούνια – Α, Q στα σπαθιά, Α στα καρρά & K, Q, J στις κούπες τότε μπορεί να μη διαλέξει ένα συγκεκριμένο χρώμα για ατού, αλλά να διαλέξει άχρωμα. Αυτό σημαίνει πως το παιχνίδι θα πραγματοποιηθεί στην ουσία χωρίς να υπάρχουν ατού. Δεν υπάρχουν δηλαδή τσάκες. Ο παίχτης πρέπει και πάλι να απαντάει στο χρώμα που βρίσκεται στο τραπέζι αλλά δεν υπάρχει η δυνατότητα τσάκας.
Και κάτι τελευταίο: Όταν ένας παίχτης μιλάει στη διαδικασία του μιλήματος πρώτος ή μιλάει μετά από έναν αίχτη που έχει δηλώσει πάσο, τότε έχει τη δυνατότητα να τα ‘γράψει΄. Αυτό σημαίνει πως ο παίχτης αυτός θα πάρει την αγορά μόνον εφόσον οι υπόλοιποι δύο παίχτες πάνε πάσο. Αν ένας από τους άλλους δύο παίχτες μιλήσει, τότε αυτομάτως ο παίχτης που δήλωσε ότι τα γράφει βγαίνει εκτός της διαδικασίας του μιλήματος.
Αυτοί είναι με όσο το δυνατόν απλούστερη περιγραφή οι κανόνες που τηρούνται στην πρέφα. Για να αποκτήσει νόημα το παιχνίδι θα πρέπει οι παίχτες να γνωρίζουν και πόσοι πόντοι γράφονται στο τέλος της κάθε παρτίδας. Μην ξεχνάτε πως η πρέφα είναι ρωσσικής προέλευσης και παιζόταν ανέκαθεν με λεφτά. Στο τέλος του παιχνιδιού γινόταν σούμα (άθροισμα) και ο κάθε παίχτης έβλεπε τα καπίκια που είχε κερδίσει ή που έπρεπε να πληρώσει. Δυστυχώς το γράψιμο των πόντων είναι και αυτό λίγο δυσνόητο.
Καλή εξάσκηση.
Πρέφα: Γράψιμο Πόντων
Εγώ κάνω μια προσπάθεια και όποιος καταλάβει κατάλαβε. Επαναλαμβάνω είναι δύσκολο εως ακατόρθωτο να μάθει κανείς να παίζει πρέφα διαβάζοντας μόνο τους κανόνες. Αν όμως έχετε κάποιον να σας βοηθήσει μπορείτε να κρατήσετε και να χρησιμοποιήσετε αυτά τα άρθρα ως οδηγό και για να μην ξεχνιόμαστε οι κανόνες για πρέφα βρίσκονται εδώ.
Όπως είπαμε στο ποστ 'Κανόνες Πρέφας' υπάρχει μια συγκεκριμένη ιεραρχία στα χρώματα. Το μίλημα ξεκινάει από τα μπαστούνια, συνεχίζεται με σπαθιά, καρρά, κούπες και τελειώνει στα άχρωμα. Η ιεραρχία αυτή ισχύει και στο γράψιμο των πόντων. Είναι διασκεδαστικό να παίζει κανείς πρέφα αγνοώντας τον τρόπο γραφής των πόντων, αλλά δεν πρόκειται να κατανοήσει ποτέ τον σκοπό του παιχνιδιού αν δε γνωρίζει πως γράφονται οι πόντοι.
Οπως θα δούμε παρακάτω για τον κάθε παίχτη στο χαρτί γράφονται 3 νούμερα. Το ένα νούμερο έχει να κάνει με την κάσα και το δεύτερο με τα καπίκια (ας πούμε τις μάρκες) που χρωστάει στους άλλους δύο παίχτες. Εστω ότι το παιχνίδι ξεκινάει με κάσα 30 πόντων. Βγάζοντας αγορές οι τρεις παίχτες θα κατεβάσουν σταδιακά ο καθένας τη δική του κάσα. Το παιχνίδι θα τελειώσει όταν μηδενιστούν και οι τρεις κάσες. Τότε θα γίνει και ο τελικός απολογισμός.
Περισσότερες οδηγίες σχετικά με την κάσα και τα καπίκια θα ακολουθήσουν μετά από την ανάλυση των πόντων.
Οι πόντοι έχουν ως εξής:
6 μπάζες
Μπαστούνια 2
Σπαθιά 3
Καρρά 4
Κούπες 5
Άχρωμα 6
7 μπάζες
Μπαστούνια 7
Σπαθιά 7
Καρρά 7
Κούπες 7
Άχρωμα 8
8 μπάζες
Μπαστούνια 8
Σπαθιά 8
Καρρά 8
Κούπες 8
Άχρωμα 9
Και εξηγώ:
Όταν ο παίχτης που έχει πάρει την αγορά δηλώσει (αφού διαλέξει ποια 2 φύλλα θα πετάξει) ότι θα βγάλει 6 μπάζες στα μπαστούνια, τότε στο παιχνίδι υπάρχουν τρεις περιπτώσεις:
α) Να βγάλει ακριβώς 6 μπάζες
β) Να βγάλει λιγότερες από 6 μπάζες
γ) Να βγάλει περισσότερες από 6 μπάζες
α) Αν ο παίχτης μας βγάλει ακριβώς 6 μπάζες (στα μπαστούνια που δήλωσε) τότε αφαιρούνται από την κάσα του 2 πόντοι (2 επειδή η αγορά ήταν στα μπαστούνια, αν ήταν για παράδειγμα κούπες οι πόντοι θα ήταν 5 αντί για 2). Ταυτοχρόνως ο παίχτης πληρώνει σε καθέναν από τους άλλους δύο παίχτες τις μπάζες που έκαναν επί 2 (επί 2 διότι η αγορά ήταν στα μπαστούνια), αρά συνολικά στο συγκεκριμένο παράδειγμα θα πρέπει να πληρώσει συνολικά 8 καπίκια (αφού πήρε 6 μπάζες, οι άλλοι δύο παίχτες πρέπει να πήρανε 4). Εστω ότι ο παίχτης Β πήρε 1 μπάζα και ο παίχτης Γ 3.
β) Αν ο παίχτης βγάλει 5 μπάζες αντί για 6, τότε λέμε ότι είναι μια (μπάζα) μέσα. Αυτό σημαίνει ότι η κάσα θα αυξηθεί κατά 2 πόντους και ο παίχτης μας θα πληρώσει όπως και πριν στον καθένα από τους άλλους δύο παίχτες τις μπάζες που έχουν κάνει.
Αν ο παίχτης βγάλει 4 ή και λιγότερες μπάζες αντί για έξι τότε λέμε ότι μπήκε διπλός μέσα. Αυτό σημαίνει ότι θα ανεβάσει την κάσα 4 πόντους (2 επι 2) και θα πληρώσει σε καθέναν από τους άλλους δύο παίχτες τις μπάζες τους επι 4 (2 επι 2 / 2 επειδή η αγορά ήταν μπαστούνια και 2 επειδή μπήκε διπλός).
Ο παίχτης δε μπαίνει τριπλός ή τετραπλός. Στη χειρότερη περίπτωση όποια κι αν είναι αυτή τα πληρώνει όλα διπλά.
γ) Αν ο παίχτης βγάλει 7 μπάζες αντί για 6, τότε η κάσα μένει αμετάβλητη. Οι δύο άλλοι παίχτες έπρεπε να βγάλουν 4 μπάζες και δεν τα κατάφεραν. Εστω ότι ο παίχτης Β έβγαλε 2 μπάζες και ο παίχτης Γ 1. Αυτό σημαίνει ότι ο παίχτης Β θα πληρωθεί κανονικά για τις 2 μπάζες που έκανε, άρα 2 επι 2 = 4, ενώ ο παίχτης Γ αντιθέτως θα πληρώσει τον παίχτης Α που έβγαλε 7 μπάζες 7 επι 2 = 14 πόντους.
Αν ο παίχτης Α έβγαζε 8 μπάζες και ο παίχτης γ 0, τότε θα του πλήρωνε ο Γ 8 επί 2 επί 2 = 32 πόντους.
Οταν ο παίχτης που παίρνει την αγορά δηλώνει πως θα βγάλει 6 μπάζες τότε οι υπόλοιποι παίχτες πρέπει να βγάλουν από 2 μπάζες. Παρ'όλα αυτά δε χρεώνεται κανείς τους σε περίπτωση που βγάλουν 4 μπάζες συνολικά. Αν ο ένας τους βγάλει 3 μπάζες και ο άλλος καμία, τότε ο δεύτερος θα πρέπει να πληρώσει τον αγοραστή τις 7 μπάζες επί την αξία του χρώματος. Θεωρείται ότι μπήκε απλά μέσα και όχι διπλά (οπότε και θα έπρεπε να πληρώσει το ποσό αυτό επί 2)
Οταν ο αγοραστής δηλώσει 7 μπάζες τότε ο πρώτος παίχτης που μιλάει μετά τον αγοραστή θα πρέπει να βγάλει 2 μπάζες και ο επόμενος 1. Οι 2 παίχτες δεν είναι υποχρεωμένοι να παίξουν, οπότε αν κάποιος από τους δύο πιστεύει πως δεν έχει τις απαραίτητες μπάζες μπορεί να πάει πάσο. Στη συγκεκριμένη περίπτωση αν πάει πάσο ο πρώτος παίχτης που πρέπει να βγάλει 2 μπάζες, τότε ο δεύτερος σε περίπτωση που παίζει θα πρέπει να βγάλει αυτός 2 μπάζες.
Τέλος όταν ένας από τους τρεις παίχτες μηδενίσει την κάσα του, τότε στην επόμενη αγορά που θα βγάλει θα μειώσει την κάσα του παίχτη που έχει τους περισσότερους πόντους (στην κάσα όχι στα λεφτά - καπίκια). Ο παίχτης του οποίου η κάσα μειώνεται με αυτόν τον τρόπο πληρώνει στον αγοραστή τους πόντους της κάσας που μειώθηκαν επί του 10.
Καλό κουράγιο
Η λογική στην πρέφα σε αντίθεση με άλλα χαρτοπαίγνια που παίζονται με 32 φύλλα, όπως το μπουρλότ ή η βίδα, βασίζεται στις μπάζες. Ενώ λοιπόν σε άλλα παιχνίδια έχουν ιδιαίτερη σημασία οι πόντοι που μαζεύει ο κάθε παίχτης, στην πρέφα σημασία έχει ο αριθμός των μπαζών που θα έχει κερδίσει ο παίχτης στο τέλος του παιχνιδιού.
Η σειρά δυναμικότητας των φυλλών στην πρέφα είναι απλή, δηλαδή η σειρά στα φύλλα έχει ως εξής: 7, 8, 9, 10, J, Q, K, A, όπου ο Ασσος (Α) είναι το πιο ισχυρό φύλλο.
Για τους αρχάριους: όταν ο πρώτος παίχτης πετάξει πχ το 7 μπαστούνι, οι υπόλοιποι 2 παίχτες πρέπει να απαντήσουν κι αυτοί στο μπαστούνι, πράγμα που σημαίνει πως εαν έχουν στα φύλλα τους κάποιο μπαστούνι θα πρέπει να διαλέξουν ένα και να το πετάξουν. Έστω λοιπόν ότι ο πρώτος παίχτης πετάει το 7 μπαστούνι, ο δεύτερος το 10 μπαστούνι και ο τρίτος τη ντάμα (Q) μπαστούνι. Η Q είναι το ισχυρότερο φύλλο σε σχέση με τα άλλα δύο, οπότε ο τρίτος παίχτης παίρνει τα 3 αυτά φύλλα και λέμε ότι πήρε τη μπάζα.
Στη πρέφα όπως και στα περισσότερα αν όχι σε όλα τα παιχνίδια που παίζονται με μπάζες (πχ στο μπουρλοτ και στη βίδα όπου μετράνε οι πόντοι αλλά υπάρχει η λογική της μπάζας στο παίξιμο, ή στο bridge όπου και πάλι έχουν σημασία οι μπάζες) τα φύλλα χωρίζονται μετά την αγορά σε 2 κατηγορίες. Στα ατού και στα απλά φύλλα. Ποιανού χρώματος τα φύλλα θα είναι ατού σε κάθε παιχνίδι εξαρτάται από το ‘μίλημα’, από τη διαδικασία δηλαδή που ακολουθείται ώστε να πάρει ένας παίχτης την αγορά. Να δούμε όμως πως πραγματοποιείται το ‘μίλημα’.
Οι 3 παίχτες έχουν από 10 φύλλα που έχουν μοιραστεί. Για να ανοίξει κάποιος αγορά θα πρέπει να πιστεύει πως με τα φύλλα που έχει στα χέρια του σε συνδυασμό με τα 2 φύλλα που αποτελούν την αγορά, θα του δώσουν τη δυνατότητα να πάρει τουλάχιστον 6 μπάζες. 1ος μιλάει ο παίχτης που βρίσκεται δεξιά από τον παίχτη που μοιράζει κάθε φορά. Αν λοιπόν ο 1ος παίχτης πιστεύει πως δε μπορεί να βγάλει 6 μπάζες τότε λέει πάσο και μιλάει ο επόμενος.
Εστω ότι ο πρώτος παίχτης πιστεύει πως μπορεί να βγάλει έξι μπάζες στις κούπες, ο δεύτερος πιστεύει πως μπορεί να βγάλει 6 μπάζες στα καρρά και ο τρίτος πιστεύει πως μπορεί να βγάλει 6 μπάζες στα μπαστούνια. Εδώ πρέπει να σας πω πως υπάρχει δυναμικότητα και στα χρώματα των φύλλων, η οποία δυναμικότητα έχει ως εξής: Μπαστούνια, Σπαθιά, Καρρά, Κούπες, Αχρωμα, όπου τα άχρωμα (θα δούμε σε λίγο περι τίνος πρόκειται) είναι η ισχυρότερη επιλογή. Για να γίνει το μίλημα πρέπει να τηρηθούν ορισμένοι κανόνες. Δε μπορεί ο κάθε παίχτης να λέει κατευθείαν το χρώμα που επιθυμεί, αλλά πρέπει να ακολουθείται η σειρά των χρωμάτων, πράγμα που σημαίνει οως ο 1ος παίχτης ενώ είναι καλός στις κούπες θα πρέπει να ξεκινήσει το μίλημα από τα μπαστούνια. Ο 1ος παίχτης λοιπόν θα δηλώσει μπαστούνια (εννοείται 6, ούτως η άλλως το μίλημα πρέπει να ξεκινήσει από τα 6 μπαστούνια, δηλαδή 6 μπάζες στα μπαστούνια). Ο δεύτερος παίχτηςμε τη σειρά του δε θα πει καρρά, αλλά θα πρέπει να ακολουθήσει την ιεραρχία των χρωμάτων και να δηλώσει σπαθιά (και πάλι εννοείται 6). Ο 3ος παίχτης που είναι καλός στα μπαστούνια θα αναγκαστεί να πάει πάσο διότι η δήλωση των 6 μπαστουνιών έχει περάσει. Θα μιλήσει μόνο αν πιστεύει πως έχει δυνατότητα να πάρει 7 μπάζες στα μπαστούνια. Εστω λοιπόν ότι ο 3ος παίχτης δεν έχει τόσο καλό φύλλο και πηγαίνει πάσο. Η αγορά βρίσκεται στα 6 σπαθιά αυτή τη στιγμή και δικαίωμα να συνεχίσουν να μιλάνε έχουν μόνο οι δύο πρώτοι παίχτες. Από τη στιγμή που έχουν μείνει 2 παίχτες στο μίλημα ο παίχτης που έχει σειρά να μιλήσει, δηλαδή ο 1ος στο παράδειγμά μας, λέει ναί στα σπαθιά, πράγμα που σημαίνει πως θέλει να πάρει αγορά στα 6 σπαθιά (τουλάχιστον) ή σε κάποιο πιο ισχυρό χρώμα. Ο 2ος λέει το επόμενο χρώμα, δηλαδή 6 καρρά, το οποίο τυχαίνει να είναι και το χρώμα του. Ο 1ος παίχτης θα απαντήσει ‘ναι στα καρρά’ μιας που η δυναμή του είναι στις κούπες. Ο 2ος παίχτης αν πιστεύει πως δε μπορεί να πάρει 7 μπάζες θα πάει πάσο και θα πάρει την αγορά ο πρώτος παίχτης.
Ο 1ος παίχτης λοιπόν παίρνει τα δύο φύλλα που βρίσκονται κρυφά στο τραπέζι, βλέπει τα 12 φύλλα που έχει στα χέρια του και αποφασίζει καταρχάς ποια 2 φύλλα δεν του χρειάζονται και στη συνέχεια πόσες μπάζες θα πρέπει να δηλώσει. Το μίλημα σταμάτησε στα 6 καρρά, πράγμα που σημαίνει πως ο παίχτης μπορεί να δηλώσει πως θα κάνει 6 μπάζες στις κούπες. Αν πήρε καλά φύλλα από κάτω και πιστεύει πως μπορεί να βγάλει 7 μπάζες, τότε μπορεί να δηλώσει 7 μπάζες στις κούπες. Αυτό που δε μπορεί να δηλώσει είναι 6 μπάζες στα μπαστούνια ή 6 μπάζες στα σπαθιά, μιας που οι συγκεκριμένες δηλώσεις έχουν προσπεραστεί στη διάρκεια του μιλήματος.
Εστω λοιπόν ότι στο παιχνίδι ο παίχτης που πήρε την αγορά δήλωσε πως θα κάνει 6 μπάζες διαλέγοντας ως ατού τις κούπες. Οταν κάποιος παίχτης πετάξει ένα χρώμα στο τραπέζι, οι υπόλοιποι δύο παίχτες πρέπει να πετάξουν ένα φύλλο στο αντίστοιχο χρώμα. Τη μπάζα θα πάρει ο παίχτης με το μεγαλύτερο φύλλο. Αν όμως ένας από τους 2 παίχτες που πρέπει να απαντήσουν δεν έχουν φύλλο σε αυτό το χρώμα τότε θα πρέπει να πετάξουν ένα οποιοδήποτε ατού. Ο παίχτης που δεν είχε φύλλλο στο συγκεκριμένο χρώμα και πέταξε ατού –λέμε πως κάνει τσάκα / τσακίζει- και παίρνει και τη μπάζα. Αν δεν έχει κανείς από τους δύο παίχτες που πρέπει να απαντήσουν φύλλο του συγκεκριμένου χρώματος, τότε θα πρέπει και οι δύο να τσακίσουν και θα πάρει τη μπάζα αυτός που θα βάλει το μεγαλύτερο ατού. Οταν ένας παίχτης δεν έχει φύλλο του συγκεκριμένου χρώματος για να απαντήσει αλλά δεν έχει ούτε ατού, τότε πετάει ένα φύλλο οποιουδήποτε άλλου χρώματος και δε διεκδικεί τη συγκεκριμένη μπάζα.
Επίσης και πάλι στη διαδικασία του μιλήματος: όταν ένας παίχτης έχει μεγάλα φύλλα σε όλα τα χρώματα και τα φύλλα του είναι σε γενικές γραμμές μοιρασμένα, πχ Α,Κ στα μπαστούνια – Α, Q στα σπαθιά, Α στα καρρά & K, Q, J στις κούπες τότε μπορεί να μη διαλέξει ένα συγκεκριμένο χρώμα για ατού, αλλά να διαλέξει άχρωμα. Αυτό σημαίνει πως το παιχνίδι θα πραγματοποιηθεί στην ουσία χωρίς να υπάρχουν ατού. Δεν υπάρχουν δηλαδή τσάκες. Ο παίχτης πρέπει και πάλι να απαντάει στο χρώμα που βρίσκεται στο τραπέζι αλλά δεν υπάρχει η δυνατότητα τσάκας.
Και κάτι τελευταίο: Όταν ένας παίχτης μιλάει στη διαδικασία του μιλήματος πρώτος ή μιλάει μετά από έναν αίχτη που έχει δηλώσει πάσο, τότε έχει τη δυνατότητα να τα ‘γράψει΄. Αυτό σημαίνει πως ο παίχτης αυτός θα πάρει την αγορά μόνον εφόσον οι υπόλοιποι δύο παίχτες πάνε πάσο. Αν ένας από τους άλλους δύο παίχτες μιλήσει, τότε αυτομάτως ο παίχτης που δήλωσε ότι τα γράφει βγαίνει εκτός της διαδικασίας του μιλήματος.
Αυτοί είναι με όσο το δυνατόν απλούστερη περιγραφή οι κανόνες που τηρούνται στην πρέφα. Για να αποκτήσει νόημα το παιχνίδι θα πρέπει οι παίχτες να γνωρίζουν και πόσοι πόντοι γράφονται στο τέλος της κάθε παρτίδας. Μην ξεχνάτε πως η πρέφα είναι ρωσσικής προέλευσης και παιζόταν ανέκαθεν με λεφτά. Στο τέλος του παιχνιδιού γινόταν σούμα (άθροισμα) και ο κάθε παίχτης έβλεπε τα καπίκια που είχε κερδίσει ή που έπρεπε να πληρώσει. Δυστυχώς το γράψιμο των πόντων είναι και αυτό λίγο δυσνόητο.
Καλή εξάσκηση.
Πρέφα: Γράψιμο Πόντων
Εγώ κάνω μια προσπάθεια και όποιος καταλάβει κατάλαβε. Επαναλαμβάνω είναι δύσκολο εως ακατόρθωτο να μάθει κανείς να παίζει πρέφα διαβάζοντας μόνο τους κανόνες. Αν όμως έχετε κάποιον να σας βοηθήσει μπορείτε να κρατήσετε και να χρησιμοποιήσετε αυτά τα άρθρα ως οδηγό και για να μην ξεχνιόμαστε οι κανόνες για πρέφα βρίσκονται εδώ.
Όπως είπαμε στο ποστ 'Κανόνες Πρέφας' υπάρχει μια συγκεκριμένη ιεραρχία στα χρώματα. Το μίλημα ξεκινάει από τα μπαστούνια, συνεχίζεται με σπαθιά, καρρά, κούπες και τελειώνει στα άχρωμα. Η ιεραρχία αυτή ισχύει και στο γράψιμο των πόντων. Είναι διασκεδαστικό να παίζει κανείς πρέφα αγνοώντας τον τρόπο γραφής των πόντων, αλλά δεν πρόκειται να κατανοήσει ποτέ τον σκοπό του παιχνιδιού αν δε γνωρίζει πως γράφονται οι πόντοι.
Οπως θα δούμε παρακάτω για τον κάθε παίχτη στο χαρτί γράφονται 3 νούμερα. Το ένα νούμερο έχει να κάνει με την κάσα και το δεύτερο με τα καπίκια (ας πούμε τις μάρκες) που χρωστάει στους άλλους δύο παίχτες. Εστω ότι το παιχνίδι ξεκινάει με κάσα 30 πόντων. Βγάζοντας αγορές οι τρεις παίχτες θα κατεβάσουν σταδιακά ο καθένας τη δική του κάσα. Το παιχνίδι θα τελειώσει όταν μηδενιστούν και οι τρεις κάσες. Τότε θα γίνει και ο τελικός απολογισμός.
Περισσότερες οδηγίες σχετικά με την κάσα και τα καπίκια θα ακολουθήσουν μετά από την ανάλυση των πόντων.
Οι πόντοι έχουν ως εξής:
6 μπάζες
Μπαστούνια 2
Σπαθιά 3
Καρρά 4
Κούπες 5
Άχρωμα 6
7 μπάζες
Μπαστούνια 7
Σπαθιά 7
Καρρά 7
Κούπες 7
Άχρωμα 8
8 μπάζες
Μπαστούνια 8
Σπαθιά 8
Καρρά 8
Κούπες 8
Άχρωμα 9
Και εξηγώ:
Όταν ο παίχτης που έχει πάρει την αγορά δηλώσει (αφού διαλέξει ποια 2 φύλλα θα πετάξει) ότι θα βγάλει 6 μπάζες στα μπαστούνια, τότε στο παιχνίδι υπάρχουν τρεις περιπτώσεις:
α) Να βγάλει ακριβώς 6 μπάζες
β) Να βγάλει λιγότερες από 6 μπάζες
γ) Να βγάλει περισσότερες από 6 μπάζες
α) Αν ο παίχτης μας βγάλει ακριβώς 6 μπάζες (στα μπαστούνια που δήλωσε) τότε αφαιρούνται από την κάσα του 2 πόντοι (2 επειδή η αγορά ήταν στα μπαστούνια, αν ήταν για παράδειγμα κούπες οι πόντοι θα ήταν 5 αντί για 2). Ταυτοχρόνως ο παίχτης πληρώνει σε καθέναν από τους άλλους δύο παίχτες τις μπάζες που έκαναν επί 2 (επί 2 διότι η αγορά ήταν στα μπαστούνια), αρά συνολικά στο συγκεκριμένο παράδειγμα θα πρέπει να πληρώσει συνολικά 8 καπίκια (αφού πήρε 6 μπάζες, οι άλλοι δύο παίχτες πρέπει να πήρανε 4). Εστω ότι ο παίχτης Β πήρε 1 μπάζα και ο παίχτης Γ 3.
β) Αν ο παίχτης βγάλει 5 μπάζες αντί για 6, τότε λέμε ότι είναι μια (μπάζα) μέσα. Αυτό σημαίνει ότι η κάσα θα αυξηθεί κατά 2 πόντους και ο παίχτης μας θα πληρώσει όπως και πριν στον καθένα από τους άλλους δύο παίχτες τις μπάζες που έχουν κάνει.
Αν ο παίχτης βγάλει 4 ή και λιγότερες μπάζες αντί για έξι τότε λέμε ότι μπήκε διπλός μέσα. Αυτό σημαίνει ότι θα ανεβάσει την κάσα 4 πόντους (2 επι 2) και θα πληρώσει σε καθέναν από τους άλλους δύο παίχτες τις μπάζες τους επι 4 (2 επι 2 / 2 επειδή η αγορά ήταν μπαστούνια και 2 επειδή μπήκε διπλός).
Ο παίχτης δε μπαίνει τριπλός ή τετραπλός. Στη χειρότερη περίπτωση όποια κι αν είναι αυτή τα πληρώνει όλα διπλά.
γ) Αν ο παίχτης βγάλει 7 μπάζες αντί για 6, τότε η κάσα μένει αμετάβλητη. Οι δύο άλλοι παίχτες έπρεπε να βγάλουν 4 μπάζες και δεν τα κατάφεραν. Εστω ότι ο παίχτης Β έβγαλε 2 μπάζες και ο παίχτης Γ 1. Αυτό σημαίνει ότι ο παίχτης Β θα πληρωθεί κανονικά για τις 2 μπάζες που έκανε, άρα 2 επι 2 = 4, ενώ ο παίχτης Γ αντιθέτως θα πληρώσει τον παίχτης Α που έβγαλε 7 μπάζες 7 επι 2 = 14 πόντους.
Αν ο παίχτης Α έβγαζε 8 μπάζες και ο παίχτης γ 0, τότε θα του πλήρωνε ο Γ 8 επί 2 επί 2 = 32 πόντους.
Οταν ο παίχτης που παίρνει την αγορά δηλώνει πως θα βγάλει 6 μπάζες τότε οι υπόλοιποι παίχτες πρέπει να βγάλουν από 2 μπάζες. Παρ'όλα αυτά δε χρεώνεται κανείς τους σε περίπτωση που βγάλουν 4 μπάζες συνολικά. Αν ο ένας τους βγάλει 3 μπάζες και ο άλλος καμία, τότε ο δεύτερος θα πρέπει να πληρώσει τον αγοραστή τις 7 μπάζες επί την αξία του χρώματος. Θεωρείται ότι μπήκε απλά μέσα και όχι διπλά (οπότε και θα έπρεπε να πληρώσει το ποσό αυτό επί 2)
Οταν ο αγοραστής δηλώσει 7 μπάζες τότε ο πρώτος παίχτης που μιλάει μετά τον αγοραστή θα πρέπει να βγάλει 2 μπάζες και ο επόμενος 1. Οι 2 παίχτες δεν είναι υποχρεωμένοι να παίξουν, οπότε αν κάποιος από τους δύο πιστεύει πως δεν έχει τις απαραίτητες μπάζες μπορεί να πάει πάσο. Στη συγκεκριμένη περίπτωση αν πάει πάσο ο πρώτος παίχτης που πρέπει να βγάλει 2 μπάζες, τότε ο δεύτερος σε περίπτωση που παίζει θα πρέπει να βγάλει αυτός 2 μπάζες.
Τέλος όταν ένας από τους τρεις παίχτες μηδενίσει την κάσα του, τότε στην επόμενη αγορά που θα βγάλει θα μειώσει την κάσα του παίχτη που έχει τους περισσότερους πόντους (στην κάσα όχι στα λεφτά - καπίκια). Ο παίχτης του οποίου η κάσα μειώνεται με αυτόν τον τρόπο πληρώνει στον αγοραστή τους πόντους της κάσας που μειώθηκαν επί του 10.
Καλό κουράγιο