Σπάνια στα 100 χρόνια της ιστορίας του, το ξακουστό Μέγαρο Συναυλιών της Βιέννης, έζησε παρόμοιες συγκινητικές στιγμές, όπως αυτές, το βράδυ της περασμένης Παρασκευής, όταν στη μεγάλη αίθουσα του, σχεδόν 2.000 επισκέπτες, αποθέωναν -όρθιοι για πολλά λεπτά της ώρας, με φρενήρη χειροκροτήματα και επευφημίες θαυμασμού και σεβασμού- τον κορυφαίο Έλληνα μουσικοσυνθέτη, Μίκη Θεοδωράκη, κατά την είσοδό του στην αίθουσα για να παρακολουθήσει τη μεγάλη συναυλία προς τιμή του, με τα «κλασσικά» συμφωνικά έργα του.
Έπειτα από αρκετά χρόνια απουσίας του από στην πρωτεύουσα της μουσικής, τη Βιέννη, με το κοινό της οποίας τον συνδέει στενή σχέση πολλών δεκαετιών, προπάντων από τα χρόνια της Αντίστασης κατά της χούντας στην Ελλάδα, ο Μίκης Θεοδωράκης έδωσε και πάλι το «παρών», ταξιδεύοντας στο εξωτερικό -για πρώτη φορά εδώ και πολύ καιρό- και ανταμείβοντας το βιενέζικο φιλόμουσο κοινό του, που ανέμενε με αγωνία τον ερχομό του.
Και αυτό το κοινό, δεν απέσπασε τα βλέμματά του, σχεδόν σε όλη τη διάρκεια της συναυλίας, από το θεωρείο στο οποίο είχε λάβει θέση ο κορυφαίος Ελληνας μουσικοσυνθέτης, παρακολουθώντας, επίσης συγκινημένος ο ίδιος, τις εκδηλώσεις λατρείας προς το πρόσωπό του, αλλά και την παρουσίαση των έργων του, σε μια από τις διασημότερες αίθουσες μουσικής στον κόσμο.
Μοναδική, όπως πάντα και δυναμικά δραματική, όπως κατά την πρώτη εγγραφή του ορατόριου «Μαουτχάουζεν» πριν τέσσερις και πλέον δεκαετίες, η Μαρία Φαραντούρη, ερμήνευσε το μνημειώδες έργο του Μίκη Θεοδωράκη, σε ποίηση του αξέχαστου μεγάλου συγγραφέα, ποιητή και Ακαδημαϊκού, Ιάκωβου Καμπανέλλη, ο οποίος υπήρξε για δυόμισι χρόνια κρατούμενος, στο ομώνυμο ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης στην Αυστρία, στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Εντυπωσιακή ήταν και η εκτέλεση των δύο μεγάλων συμφωνικών έργων του Μίκη Θεοδωράκη -για πρώτη φορά στην Αυστρία- του «Ρέκβιεμ» και της «Τρίτης Συμφωνίας» του, από την Ορχήστρα Δωματίου Βιέννης (που συνόδευε και τη Μαρία Φαραντούρη στο «Μαουτχάουζεν» και στα άλλα τρία τραγούδια της), από τη Χορωδία της Μουσικής Ακαδημίας Βιέννης και την Παιδική Χορωδία Γκούμπολντσκιρχεν, με διευθυντή ορχήστρας τον αρχιμουσικό, Στέφαν Βλαντάρ και σολίστ την υψίφωνο Μάρα Μασταλίρ, τη μεσόφωνο Λίζα Μαρία Γιανκ και τον βαρύτονο Ντάνιελ Σέραφιν.
Το «Μαουτχάουζεν», ο Μίκης Θεοδωράκης το είχε πρωτοπαρουσιάσει στο Μαουτχάουζεν -σε παγκόσμια πρεμιέρα στον τόπο του μαρτυρίου- το Μάιο του 1988, παρουσία του τότε καγκελάριου Φραντς Βρανίτσκι, έχοντας δίπλα του τον Ιάκωβο Καμπανέλλη, σε μια συναυλία-σταθμό, με ερμηνεύτριες, στα ελληνικά την Μαρία Φαραντούρη, στα εβραικά την Ελινόαρ Μοάβ-Βιντιάδη και στα γερμανικά την Ανατολικογερμανίδα Γκίζελα Μάι.
Τη συναυλία είχαν παρακολουθήσει δεκάδες χιλιάδες προσκυνητές από όλη την Ευρώπη, τιμώντας τη μνήμη των 122.797 - ανάμεσά τους και 3.700 Ελληνες, - θυμάτων της ναζιστικής θηριωδίας που είχαν αφήσει την τελευταία τους πνοή στα κρεματόρια του Μαουτχάουζεν, στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
http://www.enikos.gr