Ο Γιουσέιν Μπολτ κέρδισε και πάλι την ολυμπιακή κούρσα των 100 μέτρων κάνοντας μάλιστα ολυμπιακό ρεκόρ με χρόνο 9,63 δευτερόλεπτα
Τι είναι αυτό που κάνει τον Γιουσέιν Μπολτ ανίκητο προσφέροντάς του χθες τη νύχτα άλλο ένα χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο και μαζί του ένα ολυμπιακό ρεκόρ στα 100 μέτρα; Σύμφωνα με τους ειδικούς η σωματοδομή, η μυϊκή δύναμη, οι αναλογίες του μήκους των ποδιών προς τις πατούσες και τα δάχτυλα των κάτω άκρων σε συνδυασμό με ένα «καλοσυντονισμένο» νευρικό σύστημα αποτελούν μόνο μερικά από τα βιολογικά χαρίσματα που φτιάχνουν έναν δρομέα παγκόσμιας κλάσης.
Ψηλότερος και πιο αδύνατος
Ο Μπολτ είναι ψηλότερος και πιο αδύνατος από τους περισσότερους σπρίντερ – το ύψος του είναι 1,96 μέτρα και το βάρος του 94 κιλά. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Καρλ Λιούις, πρώην ολυμπιονίκης που έχει κατακτήσει εννέα χρυσά μετάλλια, είναι περίπου οκτώ εκατοστά πιο κοντός από τον Μπολτ και παρόλα αυτά ζύγιζε περί τα 6,5 κιλά περισσότερο από τον Τζαμαϊκανό όταν κατέκτησε το παγκόσμιο ρεκόρ στα 100 μέτρα τη δεκαετία του 1980.
Σύμφωνα με δηλώσεις του Αλαν Νέβιλ από το Πανεπιστήμιο του Γούλβερχαμπτον στη βρετανική εφημερίδα «The Independent», ο Μπολτ αποτελεί το καλύτερο παράδειγμα που μαρτυρεί την αλλαγή στο «σχήμα» του σώματος των σπρίντερ παγκόσμιας κλάσης: η τάση είναι οι κορυφαίοι σπρίντερ να διαθέτουν πιο «γραμμικό» κορμί, δηλαδή πιο λεπτό και μακρύ σε σύγκριση με τους πιο μυώδεις και κοντούς προκατόχους τους. «Το σχήμα του σώματος των ανδρών σπρίντερ φαίνεται να έχει αλλάξει την τελευταία δεκαετία. Ψηλότεροι και πιο λεπτοί αθλητές αναδύονται ως οι καλύτεροι και πιστεύουμε ότι αυτό έχει να κάνει με τον μεγαλύτερο διασκελισμό τους» σημειώνει ο δρ Νέβιλ.
Είναι επόμενο οι σπρίντερ που διαθέτουν πιο μακριά πόδια να έχουν και μεγαλύτερο διασκελισμό. Αυτό τους χαρίζει σημαντικό πλεονέκτημα στα μέσα περίπου της κούρσας, όταν έχουν αγγίξει τη μέγιστη ταχύτητά τους την οποία και πρέπει να διατηρήσουν ως τη γραμμή του τερματισμού.
«Κοντό» πλεονέκτημα στην εκκίνηση
Τα πιο κοντά και πιο δυνατά πόδια χαρίζουν αντιθέτως πλεονέκτημα στην αρχή της κούρσας όταν ο αθλητής επιταχύνει. Ο Μπολτ όμως φαίνεται πως ό,τι χάνει κατά την εκκίνηση το αντισταθμίζει μετά τα μέσα του αγώνα χάρη στα μακριά του πόδια που του δίνουν «φτερά» έναντι των πιο κοντών και βαρύτερων συναθλητών του.
Παρότι το να είναι κάποιος σπρίντερ του επιπέδου του Μπολτ απαιτεί έναν συνδυασμό σωματικών αλλά και νοητικών ικανοτήτων – με τη σημαντική χείρα βοηθείας της εντατικής προπόνησης – οι περισσότεροι ειδικοί συμφωνούν ότι οι κορυφαίοι δρομείς των αγώνων ταχύτητας μάλλον γεννιούνται παρά γίνονται.
Στην περίπτωση του Τζαμαϊκανού Μπολτ η καταγωγή του φαίνεται να βοηθά. Μελέτες έχουν δείξει ότι οι μαύροι αθλητές που η γενιά τους κρατά από τη Δυτική Αφρική έχουν μυϊκές ίνες που αν και κουράζονται ταχύτερα συσπώνται και πιο γρήγορα σε σύγκριση με τις μυϊκές ίνες των δρομέων μεγάλων αποστάσεων.
«Για να είναι κάποιος μεγάλος σπρίντερ χρειάζεται να έχει μυς των κάτω άκρων στους οποίους κυριαρχούν μυϊκές ίνες που συσπώνται γρήγορα. Και αυτό διότι με αυτόν τον τρόπο κονταίνει ταχέως ο μυς και παράγεται περισσότερη ενέργεια» εξηγεί ο καθηγητής Στιβ Χάριτζ από το King’s College του Λονδίνου και προσθέτει: «Οι μαραθωνοδρόμοι έχουν πιο ‘αργές’ μυϊκές ίνες, γεγονός που σημαίνει ότι δεν θα μπορέσει ποτέ να γίνει η Πόλα Ράντκλιφ μεγάλη σπρίντερ ούτε ο Γιουσέιν Μπολτ καλός δρομέας μεγάλων αποστάσεων».
Παρότι η προπόνηση με βάρη μπορεί να κάνει τις μυϊκές ίνες των γρήγορων συσπάσεων πιο δυνατές και παχιές δεν υπάρχουν στοιχεία που να μαρτυρούν ότι μπορεί ο ένας τύπος μυϊκής ίνας να μετατραπεί στον άλλον μέσω μόνο της άσκησης.
Ο ρόλος των γονιδίων
Οι επιστήμονες έχουν ανακαλύψει επίσης ότι υπάρχουν ορισμένες φυσικές παραλλαγές ενός γονιδίου που ονομάζεται ACTN3 και μπορεί να αυξήσει την απόδοση των «γρήγορων» μυϊκών ινών. Και πάλι όμως το εάν κάποιος διαθέτει το «γονίδιο του σπριντ» εξαρτάται από το αν το έχει κληρονομήσει. Είναι γνωστό ότι αθλητές ορισμένων εθνικοτήτων, όπως οι Τζαμαϊκανοί, εμφανίζουν υψηλότερη συχνότητα του «γονιδίου του σπριντ» σε σύγκριση με άλλες ομάδες.
Τα γονίδια εμπλέκονται επίσης στον προσδιορισμό του μήκους του αχίλλειου τένοντα και των δαχτύλων των κάτω άκρων. Οι καλοί σπρίντερ έχουν πιο κοντούς τένοντες από το αναμενόμενο σε σύγκριση με το ύψος τους ενώ τα δάχτυλά τους είναι αναλογικά πιο μακριά. Αυτό επιτρέπει στους μυς της γαστροκνημίας (γάμπας) να δουλεύουν πιο πολύ κατά τη διάρκεια της φάσης επιτάχυνσης του σπριντ.
Σε κάθε περίπτωση, όποια και αν είναι η γονιδιακή κληρονομιά ενός σπρίντερ όπως ο Μπολτ η προπόνηση παίζει σημαντικό ρόλο στο να «βγάλει» τα γενετικά χαρίσματά του στην επιφάνεια. Η άσκηση κάνει τους μυς δυνατότερους και βελτιώνει την ικανότητά τους να αποθηκεύουν ενέργεια με τη μορφή φωσφοκρεατίνης (πρόκειται για μια ουσία που επιτρέπει στους μυς να έχουν μικρά σε διάρκεια αλλά ισχυρά «ξεσπάσματα» δραστηριότητας).
http://www.tovima.gr
Ψηλότερος και πιο αδύνατος
Ο Μπολτ είναι ψηλότερος και πιο αδύνατος από τους περισσότερους σπρίντερ – το ύψος του είναι 1,96 μέτρα και το βάρος του 94 κιλά. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Καρλ Λιούις, πρώην ολυμπιονίκης που έχει κατακτήσει εννέα χρυσά μετάλλια, είναι περίπου οκτώ εκατοστά πιο κοντός από τον Μπολτ και παρόλα αυτά ζύγιζε περί τα 6,5 κιλά περισσότερο από τον Τζαμαϊκανό όταν κατέκτησε το παγκόσμιο ρεκόρ στα 100 μέτρα τη δεκαετία του 1980.
Σύμφωνα με δηλώσεις του Αλαν Νέβιλ από το Πανεπιστήμιο του Γούλβερχαμπτον στη βρετανική εφημερίδα «The Independent», ο Μπολτ αποτελεί το καλύτερο παράδειγμα που μαρτυρεί την αλλαγή στο «σχήμα» του σώματος των σπρίντερ παγκόσμιας κλάσης: η τάση είναι οι κορυφαίοι σπρίντερ να διαθέτουν πιο «γραμμικό» κορμί, δηλαδή πιο λεπτό και μακρύ σε σύγκριση με τους πιο μυώδεις και κοντούς προκατόχους τους. «Το σχήμα του σώματος των ανδρών σπρίντερ φαίνεται να έχει αλλάξει την τελευταία δεκαετία. Ψηλότεροι και πιο λεπτοί αθλητές αναδύονται ως οι καλύτεροι και πιστεύουμε ότι αυτό έχει να κάνει με τον μεγαλύτερο διασκελισμό τους» σημειώνει ο δρ Νέβιλ.
Είναι επόμενο οι σπρίντερ που διαθέτουν πιο μακριά πόδια να έχουν και μεγαλύτερο διασκελισμό. Αυτό τους χαρίζει σημαντικό πλεονέκτημα στα μέσα περίπου της κούρσας, όταν έχουν αγγίξει τη μέγιστη ταχύτητά τους την οποία και πρέπει να διατηρήσουν ως τη γραμμή του τερματισμού.
«Κοντό» πλεονέκτημα στην εκκίνηση
Τα πιο κοντά και πιο δυνατά πόδια χαρίζουν αντιθέτως πλεονέκτημα στην αρχή της κούρσας όταν ο αθλητής επιταχύνει. Ο Μπολτ όμως φαίνεται πως ό,τι χάνει κατά την εκκίνηση το αντισταθμίζει μετά τα μέσα του αγώνα χάρη στα μακριά του πόδια που του δίνουν «φτερά» έναντι των πιο κοντών και βαρύτερων συναθλητών του.
Παρότι το να είναι κάποιος σπρίντερ του επιπέδου του Μπολτ απαιτεί έναν συνδυασμό σωματικών αλλά και νοητικών ικανοτήτων – με τη σημαντική χείρα βοηθείας της εντατικής προπόνησης – οι περισσότεροι ειδικοί συμφωνούν ότι οι κορυφαίοι δρομείς των αγώνων ταχύτητας μάλλον γεννιούνται παρά γίνονται.
Στην περίπτωση του Τζαμαϊκανού Μπολτ η καταγωγή του φαίνεται να βοηθά. Μελέτες έχουν δείξει ότι οι μαύροι αθλητές που η γενιά τους κρατά από τη Δυτική Αφρική έχουν μυϊκές ίνες που αν και κουράζονται ταχύτερα συσπώνται και πιο γρήγορα σε σύγκριση με τις μυϊκές ίνες των δρομέων μεγάλων αποστάσεων.
«Για να είναι κάποιος μεγάλος σπρίντερ χρειάζεται να έχει μυς των κάτω άκρων στους οποίους κυριαρχούν μυϊκές ίνες που συσπώνται γρήγορα. Και αυτό διότι με αυτόν τον τρόπο κονταίνει ταχέως ο μυς και παράγεται περισσότερη ενέργεια» εξηγεί ο καθηγητής Στιβ Χάριτζ από το King’s College του Λονδίνου και προσθέτει: «Οι μαραθωνοδρόμοι έχουν πιο ‘αργές’ μυϊκές ίνες, γεγονός που σημαίνει ότι δεν θα μπορέσει ποτέ να γίνει η Πόλα Ράντκλιφ μεγάλη σπρίντερ ούτε ο Γιουσέιν Μπολτ καλός δρομέας μεγάλων αποστάσεων».
Παρότι η προπόνηση με βάρη μπορεί να κάνει τις μυϊκές ίνες των γρήγορων συσπάσεων πιο δυνατές και παχιές δεν υπάρχουν στοιχεία που να μαρτυρούν ότι μπορεί ο ένας τύπος μυϊκής ίνας να μετατραπεί στον άλλον μέσω μόνο της άσκησης.
Ο ρόλος των γονιδίων
Οι επιστήμονες έχουν ανακαλύψει επίσης ότι υπάρχουν ορισμένες φυσικές παραλλαγές ενός γονιδίου που ονομάζεται ACTN3 και μπορεί να αυξήσει την απόδοση των «γρήγορων» μυϊκών ινών. Και πάλι όμως το εάν κάποιος διαθέτει το «γονίδιο του σπριντ» εξαρτάται από το αν το έχει κληρονομήσει. Είναι γνωστό ότι αθλητές ορισμένων εθνικοτήτων, όπως οι Τζαμαϊκανοί, εμφανίζουν υψηλότερη συχνότητα του «γονιδίου του σπριντ» σε σύγκριση με άλλες ομάδες.
Τα γονίδια εμπλέκονται επίσης στον προσδιορισμό του μήκους του αχίλλειου τένοντα και των δαχτύλων των κάτω άκρων. Οι καλοί σπρίντερ έχουν πιο κοντούς τένοντες από το αναμενόμενο σε σύγκριση με το ύψος τους ενώ τα δάχτυλά τους είναι αναλογικά πιο μακριά. Αυτό επιτρέπει στους μυς της γαστροκνημίας (γάμπας) να δουλεύουν πιο πολύ κατά τη διάρκεια της φάσης επιτάχυνσης του σπριντ.
Σε κάθε περίπτωση, όποια και αν είναι η γονιδιακή κληρονομιά ενός σπρίντερ όπως ο Μπολτ η προπόνηση παίζει σημαντικό ρόλο στο να «βγάλει» τα γενετικά χαρίσματά του στην επιφάνεια. Η άσκηση κάνει τους μυς δυνατότερους και βελτιώνει την ικανότητά τους να αποθηκεύουν ενέργεια με τη μορφή φωσφοκρεατίνης (πρόκειται για μια ουσία που επιτρέπει στους μυς να έχουν μικρά σε διάρκεια αλλά ισχυρά «ξεσπάσματα» δραστηριότητας).
http://www.tovima.gr