Στις 9 Αυγούστου του 1942, μια χούφτα ποδοσφαιριστών από το Κίεβο ταπείνωσαν τους ναζί με τίμημα τη ζωή τους.
Εχει καταγραφεί στην ιστορία σαν μια από τις περιπτώσεις που ένας ποδοσφαιρικός αγώνας ξεφεύγει από τα στενά πλαίσια ενός αθλητικού γεγονότος. Αντίθετα, το αποτέλεσμα δεν έχει να κάνει μόνο με την επιτυχία στον αγωνιστικό χώρο, αλλά με την αντίστοιχη στη μάχη της υπεράσπισης των ιδεών. Στη συγκεκριμένη περίπτωση μάλιστα, στην υπεράσπιση του σοσιαλισμού, της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας. Μιας μάχης που στο τέλος μπορεί να περιμένει ο θάνατος, αλλά όταν αυτό γίνεται για τα ιδανικά τότε ακόμα και το τέλος περιβάλλεται με τιμή. Η ιστορία του περίφημου «αγώνα του θανάτου» στο κατεχόμενο από τους ναζί Κίεβο το 1942, όπου κατέληξε στην εκτέλεση 15 Σοβιετικών ποδοσφαιριστών από την Ουκρανία, αφού τόλμησαν να αμφισβητήσουν με συγκεκριμένο τρόπο τους κατακτητές, είναι συγκλονιστική. Αλλά και διδακτική. Γιατί δείχνει ότι μια χούφτα άνθρωποι γαλουχημένοι με τις αρχές της Οκτωβριανής Επανάστασης δεν υπέκυψαν και δεν πρόδωσαν τα ιδανικά τους ούτε όταν βρέθηκαν… κατάφατσα με το θάνατο.
Η αρχή
Κίεβο 1941. Η πείνα, η εξαθλίωση αλλά και οι εκτελέσεις σε καθημερινή βάση είναι η πραγματικότητα στην ουκρανική πόλη που στενάζει κάτω από το ζυγό των ναζί, ενώ η επιχείρηση «Μπαρμπαρόσα» βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. Κατά την κατάκτηση του Κιέβου οι ναζί πιάνουν περίπου 630.000 αιχμαλώτους ανάμεσά τους και πολλούς αθλητές που ανήκουν στην ομάδα της Ντιναμό Κιέβου. Μιας ομάδας που είχε ιδρυθεί το 1927 από δυο νεαρούς Σοβιετικούς αξιωματικούς της αστυνομίας προκειμένου και στο Κίεβο (όπως και σε άλλες πόλεις) να υπάρχει παράρτημα του αθλητικού σωματείου Ντιναμό Κλαμπ που είχε ιδρύσει η Σοβιετική Αστυνομία. Μάλιστα, το γεγονός ότι οι περισσότεροι αθλητές αιχμάλωτοι ήταν αστυνομικοί έκανε τους ναζί να τους θεωρήσουν επικίνδυνους μπολσεβίκους και φυσικά έτυχαν… ειδικής μεταχείρισης. Ομως, η τύχη έπαιξε ένα καθοριστικό παιχνίδι. Ο επικεφαλής ενός αρτοποιείου που είχαν ανοίξει οι ναζί για τις ανάγκες του στρατού και δούλευαν Ουκρανοί εργάτες Γιόζεφ Κόρντιτς είχε μια απρόοπτη και καθοριστική συνάντηση. Ξαφνικά συνάντησε ένα πρωί σε άθλια κατάσταση από τις κακουχίες και τραυματισμένο από τον πόλεμο ίσως το μεγαλύτερο όνομα της προπολεμικής ποδοσφαιρικής Ντιναμό Κιέβου (αλλά και του τότε σοβιετικού ποδοσφαίρου) τον Κόλια Τρούσεβιτς. Αφού τον πήρε στο αρτοποιείο όπου ανάμεσα στους εργάτες υπήρχαν αρκετοί αθλητές της ομάδας του Κιέβου, η ιδέα της συγκρότησης μιας ποδοσφαιρικής ομάδας άρχισε να παίρνει σάρκα και οστά στις αρχές του 1942. Ο Τρούσεβιτς άρχισε να ψάχνει για πρώην συμπαίκτες που ίσως να είχαν επιζήσει της γερμανικής επιδρομής όπως και για υπόλοιπους γνωστούς του παίκτες από άλλες ομάδες. Σε λίγο καιρό είχαν συγκεντρωθεί αρκετοί τόσο από την Ντιναμό όσο και από άλλους συλλόγους.
Η ώρα της καταξίωσης
Την ίδια εποχή, στα πλαίσια της προπαγάνδας των ναζί στην πόλη και με τη βοήθεια ενός δοσίλογου του Ουκρανού εθνικιστή και πρώην ποδοσφαιριστή του Γκιόργκι Σφετσόφ επανέφεραν το ποδόσφαιρο στην πόλη δημιουργώντας παράλληλα και μια ομάδα τη Ρουχ. Ο Σφετσόφ προσπάθησε να πείσει όσους παίκτες ήταν στο αρτοποιείο και αποτελούσαν σπουδαία ονόματα του ποδοσφαίρου (ιδιαίτερα μάλιστα τον Τρούσεβιτς) να ενταχθούν στην ομάδα κυρίως για προπαγανδιστικούς λόγους. Το γεγονός όμως ότι ήταν συνεργάτης των Γερμανών και οι υπόλοιποι ποδοσφαιριστές της Ρουχ ήταν ομοϊδεάτες του δεν ενθουσίασε τους πρώην Σοβιετικούς ποδοσφαιριστές που με μπροστάρη τον Τρούσεβιτς αρνήθηκαν και δημιούργησαν τον δικό τους σύλλογο που ονόμασαν FC Start. Toν Ιούνιο του 1942 ορίζεται η έναρξη του λεγόμενου ποδοσφαιρικού πρωταθλήματος Κιέβου με τον πρώτο αγώνα να είναι αυτός μεταξύ της Ρουχ και της Σταρτ. Για τον δοσίλογο Σφετσόφ το παιχνίδι είναι ένα μεγάλο στοίχημα, προκειμένου να τιμωρήσει την άρνηση των σοβιετικών αθλητών αλλά και να γίνει πιο αρεστός στους ναζί εάν η Ρουχ νικούσε. Οι παίκτες της Ρουχ ήταν κατάλληλα προετοιμασμένοι. Άδειες από τις δουλειές τους, καλύτερο υλικό εξοπλισμό, οργανωμένη προπόνηση. Στην αντίπερα όχθη, οι παίκτες της Σταρτ εκτός από τις μάλλινες φανέλες που κάπου είχαν βρει εγκαταλειμμένες τίποτα άλλο οργανωμένο. Ο καθένας ό,τι παπούτσια έβρισκε, προπόνηση στα διαλείμματα της δουλειάς (αφού το αρτοποιείο οι ναζί το ήθελαν ανοιχτό 24 ώρες). Ομως είχαν κάτι άλλο… Το πάθος να υπερασπιστούν τα ιδανικά τους. Κάτι που φάνηκε στα λόγια του Τρούσεβιτς λίγο πριν τον αγώνα, αφού σύμφωνα με μαρτυρίες τόνισε στους συμπαίκτες τους. «Δεν έχουμε όπλα να τους πολεμήσουμε. Θα παίξουμε με τα χρώματα της σημαίας μας. Οι φασίστες θα καταλάβουν ότι αυτό το χρώμα είναι ανίκητο». Και πραγματικά το τελικό σκορ 7-2 υπέρ της Σταρτ μαρτυράει το τι έγινε στο γήπεδο. Και ήταν μόνο η αρχή. Ακολούθησαν οι νίκες επί μιας ομάδας Ούγγρων στρατιωτών (συνεργάτες των Ναζί) με 6-2, μιας αντίστοιχης Ρουμάνων στρατιωτών (επίσης συνεργάτες) με 11-0 και μιας επίλεκτης του γερμανικού στρατού με 6-0.
Το τέλος…
http://www.sday.gr