Σκαρφαλωμένα σε απότομα ρέματα, βαθιές χαράδρες, γυμνά βράχια, ψηλές κορυφές και με λιγοστούς κατοίκους που σου μιλούν για το ένδοξο παρελθόν
Τα Τζουμέρκα δε θα τα δεις σε καρτ ποστάλ ούτε σε διαφημιστικές καμπάνιες. Τα τοπία τους αποθηκεύονται μόνο στο μυαλό σου. Μακριά από τους κανόνες της τουριστικής ανάπτυξης, τα ορεινά χωριά που μοιράζονται μεταξύ των νομών Άρτας και Ιωαννίνων φτιάχνουν τη δική τους ιστορία, το δικό τους πολιτισμό και τις δικές τους παρέες.
Τα χωριά που είναι σκαρφαλωμένα στα Αθαναμανικά Όρη, όπως είναι η επίσημη ονομασία των Τζουμέρκων, είναι άγρια, με πολλά ποτάμια, ρέματα, βαθιές χαράδρες, γυμνά βράχια, ψηλές κορυφές και λιγοστούς κατοίκους που σου μιλούν για το ένδοξο παρελθόν, για τα γεφύρια, για τους μαστόρους της πέτρας και τους αργυροχρυσοχόους που έφτασαν στα πέρατα του κόσμου. Γυρίσαμε επτά από αυτά τα χωριά σε ένα ορεινό road trip-εμπειρία ζωής.
Για να φτάσεις εδώ πρέπει να αγαπάς της φύση. Κι αυτή θα σε ανταμείψει απλόχερα. Σημείο αναφοράς ο Άραχθος με το ονομαστό Γεφύρι της Πλάκας του 1866 αλλά και τον καταρράκτη στην Κλίφκη. Ανάμεσα στα νερά που τρέχουν, στις γκρι πέτρες, τα δέντρα και τα φυτά, σχεδόν νομίζεις ότι θα δεις κάποιο χόμπιτ να ξεπροβάλλει.
Αν το Συρράκο έχει ξένους, το καταλαβαίνεις στη θολωτή πέτρινη πύλη του. Εκεί αφήνουν τα αυτοκίνητα, δεν τα σηκώνουν τα σοκάκια. Λίγα και τα φώτα στα πέτρινα αρχοντικά. Κρυμμένοι κάτω από σκουφί, βαρύ παλτό, γάντια, χοντρό κασκόλ φερμένο πολλούς κύκλους γύρω από λαιμό. Το κρύο τσουχτερό, χοντρές στάλες πέφτουν από τον ουρανό. Τα χαλάκια έξω από τις πόρτες τα πατάς και βουλιάζουν. Από παντού ακούγονται νερά. Το ποτάμι, οι βρύσες, οι μικροί καταρράκτες και η βροχή που πάντα πέφτει.
Στο Συρράκο συνειδητοποιούμε πως βρισκόμαστε πιο ψηλά από τα πυκνά σύννεφα που σκεπάζουν την χαράδρα. Τα σοκάκια είναι στρωμένα με άσπρη πέτρα πελεκητή, δεξιά και αριστερά χαμηλές μάντρες, ξύλινες πόρτες, παλιές, αμπαρωμένες, με μπρούτζινα “χτυπητήρια” και γυφτόκαρφα. Πίσω από τα θολά παράθυρα των αρχοντικών αχνοφαίνονται βενετσιάνικα σερβίτσια, σιδερένια κρεβάτια από τη Βιέννη, παλιές φωτογραφίες με ροδομάγουλες βλάχες ντυμένες με παριζιάνικες δαντέλες. Οι κάτοικοι του Συρράκου ταξίδεψαν σε όλη την Ευρώπη. Ήταν ικανοί ραφτάδες και δαιμόνιοι έμποροι, που διακινούσαν τα προϊόντα τους σε όλα τα μεγάλα εμπορικά κέντρα και λιμάνια της Ευρώπης. Λιβόρνο, Τεργέστη, Ρώμη, Οδησσός, Μόσχα, Παρίσι. Τώρα έμειναν λιγότεροι από 300 στο χωριό του Φιλικού Ιωάννη Κωλέττη, του πρώτου πρωθυπουργού της Ελλάδας, και των ποιητών Γιώργου Ζαλοκώστα και Κώστα Κρυστάλλη.
Εδώ, εκτός από ραφτάδες έδρασαν και μεγαλούργησαν χρυσικοί και ασημιτζήδες. Ως κυρατζήδες (πλανόδιοι) αργότερα έφτασαν τα εμπορεύματα τους και εξέλιξαν την τέχνη τους σ’ ολόκληρη την Ευρώπη. Από αυτή τη γη ξεκίνησαν οι οικογένειες Βούλγαρη και Νέσση, για να δημιουργήσουν αργότερα τους περίφημους οίκους Bulgari και Nessi.
Πλούσια βλάστηση με έλατα, πλατάνια, πεύκα κουμαριές, διάσπαρτοι γραφικοί συνοικισμοί που φτάνουν μέχρι τα 1000 μ. υψόμετρο και στο επίκεντρο ο ποταμός Αγναντίτης που κόβει το χωριό στη μέση. Αυτό είναι το σκηνικό στο κεφαλοχώρι των Τζουμέρκων ενώ από τα κοντινά χωριά του ξεχωρίζουν οι Κτιστάδες, το χωριό των περίφημων μαστόρων της πέτρας και ο Καταρράκτης με την ιστορική Μονή της Αγίας Αικατερίνης.
Τα χωριά που είναι σκαρφαλωμένα στα Αθαναμανικά Όρη, όπως είναι η επίσημη ονομασία των Τζουμέρκων, είναι άγρια, με πολλά ποτάμια, ρέματα, βαθιές χαράδρες, γυμνά βράχια, ψηλές κορυφές και λιγοστούς κατοίκους που σου μιλούν για το ένδοξο παρελθόν, για τα γεφύρια, για τους μαστόρους της πέτρας και τους αργυροχρυσοχόους που έφτασαν στα πέρατα του κόσμου. Γυρίσαμε επτά από αυτά τα χωριά σε ένα ορεινό road trip-εμπειρία ζωής.
Πράμαντα, Ιωάννινα
Οι πρώτοι θαρραλέοι άνθρωποι που τόλμησαν να στήσουν τα σπιτικά τους σε τούτα τ' αγριοτόπια, κάπου στις αρχές του 15ου αιώνα, ήταν βοσκοί. Τους ακολούθησαν καταζητούμενοι από τις οθωμανικές αρχές, αλλά και άνθρωποι που δεν ανέχονταν τον τουρκικό ζυγό. Το ονομαστό κεφαλοχώρι απέχει περίπου 65 χλμ από τα Ιωάννινα κι άλλο τόσο από την Άρτα και αποτελεί την έδρα του δήμου Βόρειων Τζουμέρκων. Ο οικισμός απλώνει τις γειτονιές του σε ύψος 850 μέτρων στη σκιά της Στρογκούλας, μια από τις ψηλότερες και πιο επιβλητικές κορυφές της οροσειράς. Ολόγυρα το πυκνό ελατόδασος μοιάζει ν' αγκαλιάζει τα τελευταία σπίτια που δύσκολα διακρίνονται κρυμμένα καθώς είναι ανάμεσα στα ψηλόκορμα κωνοφόρα. Η καρδιά του χωριού χτυπά στην πλακόστρωτη πλατεία της Αγίας Παρασκευής με τον υπεραιωνόβιο πλάτανο και την ιστορική βρύση “Αράπης”.Κατσανοχώρια, Ιωάννινα
Αυτά τα τυλιγμένα στην ομίχλη χωριά στα βόρεια των Τζουμέρκων δεν είναι σε καμία περίπτωση Ζαγοροχώρια. Ούτε καν Μαστοροχώρια, που προτιμούν οι πιο εναλλακτικοί. Μπορεί να είναι ξεχασμένα και άγνωστα στους πολλούς αλλά είναι απίστευτα γοητευτικά και αποτελούν χωριά με όλη τη σημασία της λέξης. Μια ντουζίνα χωριά όλα κι όλα με ελάχιστους κατοίκους που μαζεύονται στο καφενείο-ταβέρνα-μπακάλικο για θερμαντικό τσίπουρο και μεζέ. Κωστήτσι, Πάτερο, Φορτόσι, Ελληνικό, Μονολίθι, Λάζαινα, Πλατανούσσα και Καλέντζι, που είναι και η πρώην έδρα του δήμου Κατσανοχωρίων. Όλα ανήκουν πλέον στο δήμο Βόρειων Τζουμέρκων.Για να φτάσεις εδώ πρέπει να αγαπάς της φύση. Κι αυτή θα σε ανταμείψει απλόχερα. Σημείο αναφοράς ο Άραχθος με το ονομαστό Γεφύρι της Πλάκας του 1866 αλλά και τον καταρράκτη στην Κλίφκη. Ανάμεσα στα νερά που τρέχουν, στις γκρι πέτρες, τα δέντρα και τα φυτά, σχεδόν νομίζεις ότι θα δεις κάποιο χόμπιτ να ξεπροβάλλει.
Συρράκο, Ιωάννινα
Αν το Συρράκο έχει ξένους, το καταλαβαίνεις στη θολωτή πέτρινη πύλη του. Εκεί αφήνουν τα αυτοκίνητα, δεν τα σηκώνουν τα σοκάκια. Λίγα και τα φώτα στα πέτρινα αρχοντικά. Κρυμμένοι κάτω από σκουφί, βαρύ παλτό, γάντια, χοντρό κασκόλ φερμένο πολλούς κύκλους γύρω από λαιμό. Το κρύο τσουχτερό, χοντρές στάλες πέφτουν από τον ουρανό. Τα χαλάκια έξω από τις πόρτες τα πατάς και βουλιάζουν. Από παντού ακούγονται νερά. Το ποτάμι, οι βρύσες, οι μικροί καταρράκτες και η βροχή που πάντα πέφτει.Στο Συρράκο συνειδητοποιούμε πως βρισκόμαστε πιο ψηλά από τα πυκνά σύννεφα που σκεπάζουν την χαράδρα. Τα σοκάκια είναι στρωμένα με άσπρη πέτρα πελεκητή, δεξιά και αριστερά χαμηλές μάντρες, ξύλινες πόρτες, παλιές, αμπαρωμένες, με μπρούτζινα “χτυπητήρια” και γυφτόκαρφα. Πίσω από τα θολά παράθυρα των αρχοντικών αχνοφαίνονται βενετσιάνικα σερβίτσια, σιδερένια κρεβάτια από τη Βιέννη, παλιές φωτογραφίες με ροδομάγουλες βλάχες ντυμένες με παριζιάνικες δαντέλες. Οι κάτοικοι του Συρράκου ταξίδεψαν σε όλη την Ευρώπη. Ήταν ικανοί ραφτάδες και δαιμόνιοι έμποροι, που διακινούσαν τα προϊόντα τους σε όλα τα μεγάλα εμπορικά κέντρα και λιμάνια της Ευρώπης. Λιβόρνο, Τεργέστη, Ρώμη, Οδησσός, Μόσχα, Παρίσι. Τώρα έμειναν λιγότεροι από 300 στο χωριό του Φιλικού Ιωάννη Κωλέττη, του πρώτου πρωθυπουργού της Ελλάδας, και των ποιητών Γιώργου Ζαλοκώστα και Κώστα Κρυστάλλη.
Καλαρρύτες, Ιωάννινα
Η νύχτα έχει πέσει πια για τα καλά και η ησυχία βασιλεύει. Άλλος κόσμος. Μόλις 200 κάτοικοι. Κάτω πέτρα πελεκητή, άσπρη, δεξιά και αριστερά χαμηλές μάντρες. Δεν ξέρουμε προς τα που να στρίψουμε. Βρισκόμαστε στους Καλαρρύτες, ένα χωριό αετοφωλιά πάνω από την μαύρη χαράδρα του Χουρσιά σε υψόμετρο 1200 μ., στο δήμο Βόρειων Τζουμέρκων. Ένα πρώην κεφαλοχώρι που παραμένει αρχοντοχώρι και πέτρινο το στολίδι των Τζουμέρκων, με πλούσια παράδοση και ακόμα πιο πλούσια ιστορία.Εδώ, εκτός από ραφτάδες έδρασαν και μεγαλούργησαν χρυσικοί και ασημιτζήδες. Ως κυρατζήδες (πλανόδιοι) αργότερα έφτασαν τα εμπορεύματα τους και εξέλιξαν την τέχνη τους σ’ ολόκληρη την Ευρώπη. Από αυτή τη γη ξεκίνησαν οι οικογένειες Βούλγαρη και Νέσση, για να δημιουργήσουν αργότερα τους περίφημους οίκους Bulgari και Nessi.