Κυριακή 26 Μαΐου 2013

Η μπάλα σ' εμένα

Η λέξη από μόνη της είναι οκ. Loser, δηλαδή ο χαμένος, όπως ο winner είναι ο νικητής. Το προσωπικό μου πρόβλημα ξεκινά με τη χρησιμοποίησή της. Λούζερ, ο ηττοπαθής, ο “λίγος”. Μια ταμπέλα που μπαίνει πια με τεράστια ευκαιρία και κυρίως δείχνει να προσφέρει τεράστια ικανοποίηση σ’όσους την βάζουν.

Που σπεύδουν, όχι να αποθεώσουν τον νικητή, αλλά να βαφτίσουν κάποιον λούζερ.  Όχι ως χαμένο, αλλά ως “λίγο”. Η κουλτούρα της νίκης, που έφερε στη ζωή μας το ξενόφερτο λούζερ και το ελληνικό “πελάτης”.

 

Winner

Οκ λοιπόν, αφού πρέπει να μιλήσουμε με τέτοιους όρους, ας το κάνουμε. Ελάχιστοι θυμούνται πως ο Άριεν Ρόμπεν ξεκίνησε ως winner. Το καλοκαίρι του 2004, ήταν 20 χρόνων, στο πρώτο του τουρνουά με την βαριά φανέλα της Εθνικής Ολλανδίας. Ο προημιτελικός με την Σουηδία πήγε στα πέναλτι, στην διαδικασία-εκατόμβη για τους Οράνιε: αποκλεισμός στα πέναλτι το 1992, το 1996, το 1998 και το 2000. Μια εθνική τραγωδία.
Ο Μέλμπεργκ έχασε το πέναλτι για την Σουηδία και στη βούλα για την Ολλανδία δεν πήγε κανένας από τους έμπειρους, γιατί όλοι είχαν ζήσει το πόνο του παρελθόντος. Ο 20χρονος Ρόμπεν έστησε την μπάλα και ευστόχησε στο κρίσιμο πέναλτι. Η Ολλανδία αποκλείστηκε στον ημιτελικό, αλλά ο πιτσιρικάς ήταν αυτός που είχε το θάρρος να πάρει την ευθύνη και να ξορκίσει την κατάρα των πέναλτι.

Loser

Την συνέχεια την ξέρετε. Καριέρα σε Αγγλία, Ιταλία και Γερμανία. Με πρωταθλήματα σε όλες τις χώρες όπου αγωνίστηκε, αλλά και με τραυματισμούς, που του έδωσαν τον χαρακτηρισμό “γυάλινος” πριν καν έρθει αυτός του λούζερ. Η ταμπέλα του “λίγου” μπήκε σταδιακά.
Το 2007 αστόχησε στο πρώτο πέναλτι της Τσέλσι στην διαδικασία του ημιτελικού του Άνφιλντ, που έστειλε την Λίβερπουλ στον τελικό της Αθήνας και την Τσέλσι σπίτι της. Ακολούθησε το 2010 πρώτα η ήττα στον τελικό του Champions League απέναντι στην Ίντερ και μετά οι δυο χαμένες ευκαιρίες στον τελικό του Μουντιάλ απέναντι στον Κασίγιας. Η στάμπα είχε μπει και το μόνο που έμενε είναι να επιβεβαιώνεται στην πορεία.
Χαμένο πέναλτι στην ήττα με 1-0 από την Ντόρτμουντ, στο ντέρμπι που σφράγισε το πρωτάθλημα για την ομάδα του Κλοπ. Μερικές εβδομάδες αργότερα, η ίδια ιστορία. Χαμένο πέναλτι στην παράταση του τελικού κόντρα στην Τσέλσι, μέσα στην έδρα της Μπάγερν. Απόλυτος λούζερ, ο ορισμός του “λίγου”, του ηττοπαθή.

Στάμπα

Το εντυπωσιακό σ’όλη αυτήν την πορεία είναι πως δεν ξεχάστηκε μόνο το εύστοχο πέναλτι του 2004. Ξεχάστηκαν και όλα όσα έκανε ο Ρόμπεν για τις ομάδες του μέχρι να έρθουν οι αποτυχίες. Το 2010 έμειναν μόνο οι χαμένοι τελικοί. Όχι το γεγονός πως με δικά του γκολ η Μπάγερν είχε αποκλείσει και την Φιορεντίνα και την Γιουνάιτεντ, πως με αυτόν η Ολλανδία έπαιξε τελικό Παγκοσμίου Κυπέλλου μετά από 32 χρόνια.
Το ίδιο και πέρσι. Το θέμα ήταν τα χαμένα πέναλτι, όχι το εύστοχο στο Μπερναμπέου. Το ίδιο και φέτος. Προημιτελικός Κυπέλλου Γερμανίας, η Μπάγερν αποκλείει την Ντόρτμουντ, 1-0, με γκολ του Ρόμπεν. Στην οικογένεια της Μπάγερν η στιγμή είναι σημαντική, αλλά για τον υπόλοιπο κόσμο δεν λέει και πολλά. Λούζερ είναι, η στάμπα δεν αλλάζει.

Πάντα εκεί

Γιατί να μην τον πούμε “λίγο”, θα αναρωτηθείτε. Η διαφωνία μου είναι πως, αν υπάρχει λόγος να χαρακτηριστεί κάποιος έτσι, είναι αν “εξαφανίζεται” στις μεγάλες στιγμές. Όχι όταν είναι αρνητικός, όταν δεν τα καταφέρνει, αλλά όταν “χάνεται”, όταν αρνείται την ευθύνη, όταν τραβιέται μακριά απ’τα φώτα, όταν κρύβεται. Τότε, ναι, θα πω κι εγώ πως ο τάδε δεν τό’χει, δεν τη σηκώνει τη μεγάλη στιγμή.
Ο Ρόμπεν όμως ήταν πάντα εκεί. Θετικός ή αρνητικός, ήταν εκεί. Να εκτελέσει το πέναλτι, να ζητήσει την μπάλα ακόμα κι όταν δεν του βγαίνει τίποτα, να συνεχίσει να ντριμπλάρει ακόμα κι όταν τον κόβουν συνέχεια, να συνεχίσει να σουτάρει ακόμα κι όταν η μπάλα πάει στα πουλιά.
Και μπορεί το αποτέλεσμα να τον έφερνε στους χαμένους, αλλά λούζερ με την έννοια του “λίγου”, δεν μπορείς να τον πεις. Ίσα-ίσα, που προσωπικά πάντα τρέφω θαυμασμό γι’αυτούς που δεν πτοούνται από τις αποτυχίες, αλλά διατηρούν αναλλοίωτη τη στάση τους. “Η μπάλα σ’εμένα”.
Κι αν θαυμάζεις μια φορά αυτόν που το κάνει επειδή έχει υπάρξει νικητής, οφείλεις να θαυμάζεις περισσότερο αυτόν που συνεχίζει να το κάνει, παρότι δεν τα έχει καταφέρει μέχρι τώρα. Το εύκολο κι ίσως και δικαιολογημένο είναι οι αποτυχίες να σε κάνουν να κάνεις πίσω, να αφήνεις σ’άλλον την ευθύνη.

Μικρογραφία

Απολύτως ταιριαστά, ο τελικός του Γουέμπλεϊ ήταν μια μικρογραφία όλων αυτών. Πρώτο ημίχρονο, ο Ρόμπεν είναι πίσω σχεδόν απ’όλα τα καλά της ομάδας του. Αυτός χάνει τις δυο καλές ευκαιρίες, αυτός εκτελεί τα κόρνερ που φέρνουν τις υπόλοιπες. Λούζερ, “λίγος”, ηττοπαθής. Πιστοί οι χλευαστές, όμως πιστός κι ο Ρόμπεν.
Συνέχισε. Να ζητάει την μπάλα, να προσπαθεί, να πατάει όλο το γήπεδο, να κινείται ως φορ. Ήρθε η ασίστ, ήρθε και το γκολ. Νικητήριο. Σε τελικό Champions League. Στο 89’. Δώδεκα μήνες μετά το Βατερλό του Μονάχου, μετά την απόλυτη στάμπα του λούζερ, ο Ρόμπεν γύρισε προς την κερκίδα των οπαδών της ομάδας του και τους φώναξε πολλές φορές: Τι;

Στόματα

Ευτυχώς ο σκηνοθέτης φρόντισε ώστε να μην τον δουν να ρωτάει μόνο οι οπαδοί, άλλα και όλοι οι τηλεθεατές. Πλέον στα μάτια τους ήταν winner ενώ πριν ήταν loser. Αν εννοούμε πως πριν έχανε τους τελικούς κι ήταν μοιραίος και τώρα τον κέρδισε κι ήταν ήρωας, τότε ναι, έτσι έγινε. Αν, όμως, μιλάμε για την προσπάθεια και τη συμπεριφορά, τότε δεν άλλαξε κάτι. “Η μπάλα σ’εμένα”.
Αυτός ήταν στα 20, αυτός είναι στα 29. Νίκησε, έχασε, αλλά “λίγος” δεν υπήρξε ποτέ. Γιατί “λίγοι” είναι μόνο όσοι σταματάνε, όσοι αφήνουν την αποτυχία να τους αλλάξει με αρνητικό τρόπο. Νικητές δεν είναι αυτοί που δεν χάνουν ποτέ, αλλά αυτοί που δεν σταματάνε αν δεν κερδίσουν.
Ο Ρόμπεν, λένε, έκλεισε στόματα. Μπορεί. Αλλά το σωστό δεν θα ήταν τα στόματα να είναι ανοιχτά επειδή κατηγορούσαν, αλλά από θαυμασμό για το κουράγιο του να συνεχίζεις να ηγείσαι, να είσαι στην πρώτη γραμμή, να μην κρύβεσαι.





http://www.contra.gr/