Πέμπτη 8 Μαΐου 2014

Το τέλος της αθωότητας…

Ήταν καλοκαίρι 1980 όταν ο Χουάν Αντόνιο Σάμαρανκ γινόταν πρόεδρος της ΔΟΕ λίγο πριν την έναρξη των ολυμπιακών αγώνων στην Μόσχα. Ήταν η εποχή που έμπαινε, ιστορικά, στην αφετηρία της εμπορικότητας όλος ο παγκόσμιος αθλητισμός.
Η τριανδρία Σάμαρανκ (ΔΟΕ) – Χαβελάνζε (ΦΙΦΑ) – Νεμπιόλο (ΙΑΑΦ) ήταν αυτή που έβαλε τα πιο γερά θεμέλια για τον αθλητισμό, έτσι όπως θα τον ζούσαμε τις επόμενες δεκαετίες.
Δηλαδή, οι τρείς πανίσχυροι παράγοντες του ολυμπιακού κινήματος, του ποδοσφαίρου και του στίβου, με την απαραίτητη στήριξη και σύμπραξη χορηγών, αποφάσισαν τότε την μετεξέλιξη των κορυφαίων αθλητικών γεγονότων σε μια μηχανή που θα κόβει χρήμα. Ατέλειωτο χρήμα…
Έτσι, γεννήθηκε και κορυφώθηκε η λεγόμενη «εμπορευματοποίηση» του συνόλου του αθλητισμού. Με ό,τι συνεπάγεται αυτό. Θετικό ή αρνητικό…
Η πρώτη εποχή της αθωότητας, λοιπόν, έκλεισε το 1980 για τον αθλητισμό. Τώρα, φαίνεται ότι συμπληρώνεται μια δεύτερη, αντίστοιχη όσο και κρίσιμη, φάση… Μια ακόμα εποχή αθωότητας, όση τέλος πάντων είχε απομείνει, που φτάνει στο τέλος της κι αυτή. Περισσότερο κοινωνικής, όμως, τούτη τη φορά…
Χθες είδα ένα ενδιαφέρον θέμα στο Euronews για το μουντιάλ. Όποιος, άλλωστε, παρακολουθεί έστω και λίγο τι συμβαίνει από αντιδράσεις και κοινωνική ένταση στην Βραζιλία τα τελευταία δυο χρόνια, δεν πέφτει από τα σύννεφα.
Το Euronews, λοιπόν, στο ρεπορτάζ του έκανε λόγο για «τις νέες εικόνες ντροπής με βίαια επεισόδια από την Βραζιλία που κάνουν το γύρο του κόσμου», ότι «οι Βραζιλιάνοι πολίτες έχουν ξεσηκωθεί για το κόστος της διοργάνωσης του μουντιάλ» κι ότι «ένα μήνα πριν την έναρξη των αγώνων, μόνο το 52% των Βραζιλιάνων δηλώνει χαρούμενο για το παγκόσμιο κύπελλο που γίνεται στην χώρα του, όταν το αντίστοιχο ποσοστό τον περασμένο Νοέμβριο έφτανε το 79%».
Ο ένας στους δυο Βραζιλιάνους, δηλαδή, δεν θέλει πλέον το μουντιάλ. Κι ενώ η λατρεία τους για την μπάλα είναι καταγεγραμμένη σε κάθε τους κύτταρο.
Το κόστος της διοργάνωσης ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι, αφού τα 11 δισεκατομμύρια ευρώ ακούγονται δυσβάσταχτο ποσό σε μια χώρα που το κοινωνικό κράτος καταρρέει, ενώ ο μέσος μισθός είναι περίπου 640 ευρώ και ο κατώτατος στα 240 ευρώ.
Η Βραζιλία, βέβαια, είναι - στους δείκτες - η 7η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου. Το 6% του πληθυσμού, όμως, ζει σε φαβέλες. Παραμένει αμφίβολο, λοιπόν, αν όλα θα κυλήσουν ομαλά στο μουντιάλ, αλλά και στους ολυμπιακούς αγώνες δυο χρόνια μετά. Υπάρχει ανησυχία για μεγάλες κοινωνικές αναταραχές.
Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται πια μια όλο και μεγαλύτερη δυσπιστία για γιγαντιαίου μεγέθους αθλητικές διοργανώσεις (και μπίζνες). Η υποτονική και μάλλον διεκπεραιωτική διεκδίκηση των ολυμπιακών αγώνων 2020 τον περασμένο Σεπτέμβριο, οι υποχρεωτικές «εκπτώσεις» που κάνει πλέον σε μεγάλα έργα κι εγκαταστάσεις η ΔΟΕ, η ανετοιμότητα που παρουσιάζει μέχρι την τελευταία στιγμή η Βραζιλία για το μουντιάλ, τα εργατικά ατυχήματα που πλήττουν ήδη το Κατάρ το 2022, η καχυποψία για αναθέσεις διοργανώσεων, και, κυρίως, η όλο και συχνότερες κοινωνικές αντιδράσεις των πολλών για το υψηλό κόστος τέτοιων… πάρτι για λίγους ουσιαστικά, φέρνουν πλέον σε πρωτόγνωρη αμηχανία την ΦΙΦΑ και την ΔΟΕ.
Είναι πλέον ολοφάνερο ότι υπάρχει ανάγκη αναθεώρησης σε όλο το υπάρχον μοντέλο πάνω στο οποίο κινείται το παγκόσμιο αθλητικό οικοδόμημα. Μην ξεχνάμε, άλλωστε, την μικρή ή μεγαλύτερη (κατ’ άλλους) συμβολή των… χλιδάτων ολυμπιακών του 2004 στην ελληνική χρεοκοπία έξι χρόνια αργότερα.
Είναι η κοινωνική πραγματικότητα που επιτάσσει αλλαγές, λοιπόν. Παλιότερα ολόκληρες χώρες πανηγύριζαν για μέρες όταν αναλάμβαναν ολυμπιακούς αγώνες ή μουντιάλ.
Τώρα, στην Βραζιλία ο κόσμος δεν γιορτάζει, αλλά βγαίνει στους δρόμους οργισμένος έχοντας για κόκκινο πανί μουντιάλ και ολυμπιακούς. Για το Κατάρ η διεθνής κατακραυγή φουσκώνει. Για τους ολυμπιακούς στο Τόκιο οι οικολογικές ανησυχίες και αντιδράσεις για την απόφαση της ΔΟΕ, λόγω πυρηνικών, κάνουν ήδη τον γύρο του κόσμου… Οι εποχές άλλαξαν, λοιπόν. Κι όσο γρηγορότερα το καταλάβουν οι μαγαζάτορες του αθλητισμού, τόσο το καλύτερο.
Όταν οι κοινωνίες στις μέρες μας είναι αντιμέτωπες με τόσα σοβαρά αδιέξοδα σε όλα τα επίπεδα, τότε αναπόφευκτα στερεύουν και η ανοχή, η διάθεση, όπως και τα χρήματα για τεράστια πάρτι. Μήπως, λοιπόν, θα βοηθούσε περισσότερο μια επιστροφή στα βασικά και μια διακριτική απομάκρυνση από την κυνική οπτική της σκληρής κερδοφορίας;

www.gazzetta.gr